Με πλησιάζει ένας τύπος με εμφανή τα σημάδια της αθλιότητας μέσα κι έξω και μου λέει έτοιμος να βάλει τα κλάματα «φίλε δεν έχω φάει τίποτα εδώ και τρεις μέρες».
Του λεω «Παρτε ο τι θελετε κι ελατε να με βρειτε στο ταμειο».
Στο σουπερ μαρκετ επεσε συναγερμος. Ακουω μια ταμια να φωναζει «Κυριε Νικο, κυριε Νικο ειναι ενας κυριος που ενοχλει τους πελατες»
Μια αλλη σχολιαζει απο διπλα της χασκογελωντας «Χαχαχα κυριος!». «Ε πως να τον πω» λεει η πρωτη χασκογελωντας κι αυτη.
Την ωρα που ερχεται ο κυριος Νικος για να αποκαταστησει την ταξη φτανει ο τυπος διπλα μου κρατωντας – αν εχετε το θεο σας – ενα γιαουρτι κι ενα μιλκο.
Του επαναλαμβανω με εμφαση αυτην την φορα για να τ ακουσει καλα ο κυριος Νικος «Παρτε ο τι θελετε, ο τι θελετε».
Ο ανθρωπος τα χανει και σαστιζει κι ο κυριος Νικος παιρνει το μηνυμα και κανει αμεσως μεταβολη και φευγει.
Πηγαινω στα ταμεια κι ερχεται και με βρισκει ο τυπος μ ενα πακετο συσκευασμενα ψωμακια, εναν χυμο κι ενα πακετο ζαχαρη.
Δεν ξερω γιατι με συγκινησε τοσο πολυ εκεινη η ζαχαρη που δεν κολλαγε με τιποτα με το γιαουρτι, το μιλκο τον χυμο και το ψωμι .
Του πα, παρτε ο τι θελετε κι αυτος εφερε αυτα που σας λεω, τιποτ αλλο. Καταλαβαινετε για τι επιπεδου ψυχικη ευγενεια μιλαμε;
Κι ερχεται μια μαλακισμενη στο ταμειο και του λεει «πηγαινε εξω και περιμενε, θα στα φερει εξω αυτα που σου πηρε»
«Στον φιλο μου μιλατε ετσι;» της λεω «Στον φιλο μου μιλατε στον ενικο; πως τολματε;» Κοκκινησε η γουρουνα κι αυτος χαμογελασε και μου κλεισε το ματι.
Εφυγα πανευτυχης.
Του λεω «Παρτε ο τι θελετε κι ελατε να με βρειτε στο ταμειο».
Στο σουπερ μαρκετ επεσε συναγερμος. Ακουω μια ταμια να φωναζει «Κυριε Νικο, κυριε Νικο ειναι ενας κυριος που ενοχλει τους πελατες»
Μια αλλη σχολιαζει απο διπλα της χασκογελωντας «Χαχαχα κυριος!». «Ε πως να τον πω» λεει η πρωτη χασκογελωντας κι αυτη.
Την ωρα που ερχεται ο κυριος Νικος για να αποκαταστησει την ταξη φτανει ο τυπος διπλα μου κρατωντας – αν εχετε το θεο σας – ενα γιαουρτι κι ενα μιλκο.
Του επαναλαμβανω με εμφαση αυτην την φορα για να τ ακουσει καλα ο κυριος Νικος «Παρτε ο τι θελετε, ο τι θελετε».
Ο ανθρωπος τα χανει και σαστιζει κι ο κυριος Νικος παιρνει το μηνυμα και κανει αμεσως μεταβολη και φευγει.
Πηγαινω στα ταμεια κι ερχεται και με βρισκει ο τυπος μ ενα πακετο συσκευασμενα ψωμακια, εναν χυμο κι ενα πακετο ζαχαρη.
Δεν ξερω γιατι με συγκινησε τοσο πολυ εκεινη η ζαχαρη που δεν κολλαγε με τιποτα με το γιαουρτι, το μιλκο τον χυμο και το ψωμι .
Του πα, παρτε ο τι θελετε κι αυτος εφερε αυτα που σας λεω, τιποτ αλλο. Καταλαβαινετε για τι επιπεδου ψυχικη ευγενεια μιλαμε;
Κι ερχεται μια μαλακισμενη στο ταμειο και του λεει «πηγαινε εξω και περιμενε, θα στα φερει εξω αυτα που σου πηρε»
«Στον φιλο μου μιλατε ετσι;» της λεω «Στον φιλο μου μιλατε στον ενικο; πως τολματε;» Κοκκινησε η γουρουνα κι αυτος χαμογελασε και μου κλεισε το ματι.
Εφυγα πανευτυχης.