Τι είναι η αγάπη;
Δαλάι Λάμα
Τι ΖΗΤΑΜΕ ΣΤΗ ΖΩΗ; Ο Βούδας, ένας μοναχός που έζησε πριν από δυο χιλιάδες περίπου χρόνια, έδωσε μια απλή απάντηση: Όλοι ζητάμε την ευτυχία. Αλλά πώς γίνεται κάποιος ευτυχισμένος; Πολλοί πίστεψαν ότι το είχαν καταφέρει όταν έγιναν πλούσιοι, διάσημοι ή απέκτησαν μεγάλη εξουσία. Όμως οι περισσότεροι διαπίστωσαν σύντομα ότι η ζωή τους, παρά τα πλούτη και την πολυτέλεια, ήταν κενή και ανούσια όπως πριν. Η συνταγή του Βούδα για να ευτυχήσεις είναι εκπληκτικά απλή: Προσπάθησε να γίνεις καλός άνθρωπος. Κι επειδή αυτό είναι εύκολο να το λες και δύσκολο να το κάνεις, μας έμαθε, σαν καλός προπονητής, μερικά κόλπα.
Όλα ξεκινάνε από το κεφάλι μας. Πρέπει να αλλάξουμε τη στάση και τον τρόπο σκέψης μας. Να κάνουμε το καλό και να αποφεύγουμε το κακό. Δε γεννηθήκαμε για να βλάπτουμε τους άλλους. Αν αντιμετωπίζουμε κάθε άνθρωπο με φιλικό και εγκάρδιο τρόπο, η ζωή μας αποκτάει νόημα. Αυτή είναι η βάση της φιλοσοφίας μου. Το κλειδί για όλα είναι η αγάπη. Αλλά τι είναι αυτό; Τι είναι η αγάπη; Κάθε μέρα ακούμε χιλιάδες φορές τη λέξη «αγάπη». To πρωί στο ραδιόφωνο ακούς κάποιον να τραγουδάει με παθιασμένη φωνή «Σ’ αγαπώ», το μεσημέρι ίσως τη λες καρδιοχτυπώντας σε κάποιο αγόρι ή κορίτσι που έχεις ερωτευτεί, ενώ το βράδυ η μαμά σου την ψιθυρίζει στο αφτί σου πριν σε καληνυχτίσει με ένα φιλί. Ασφαλώς θα έχεις ακούσει και τον πατέρα σου να λέει πως αγαπάει το αυτοκίνητό του ή τη συλλογή με τις βιντεοταινίες του.
Όμως εννοούν όλοι την ίδια αγάπη; Δε νομίζω. Πολλοί άνθρωποι μπερδεύουν την αγάπη με την ευχαρίστηση ή με ένα προσωρινό αίσθημα έλξης για κάποιο άτομο ή για κάποιο πράγμα. Αυτού του είδους η αγάπη είναι ασταθής και μεταβλητή όπως ο καιρός. Αγαπάς κάποιον επειδή έχει ωραία μάτια, επειδή λέει έξυπνες κουβέντες ή για χίλιους άλλους λόγους που γεννάει η φαντασία σου. Μόλις ο ήλιος πάψει να λάμπει, διαπιστώνεις ότι αυτή η αγάπη υπήρχε μόνο στη φαντασία σου. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικείμενα, όπως τα ρούχα ή τα παιχνίδια.
Για παράδειγμα, μπαίνεις σε ένα κατάστημα και βλέπεις ξαφνικά κάτι που σου αρέσει. Λες: «Το θέλω». Εκείνη τη στιγμή αναπτύσσεται μια έλξη που κάνει το συνηθισμένο αντικείμενο κάτι ξεχωριστό. Αγοράζεις το αντικείμενο και διαπιστώνεις ότι τώρα που το απέκτησες είναι ακόμα ωραιότερο. Βέβαια, εξακολουθεί να είναι το ίδιο πράγμα, και υπάρχουν πολλά σαν κι αυτό στο κατάστημα, αλλά τώρα που το έχεις στην τσάντα σου αρχίζεις να το αγαπάς επειδή είναι δικό σου. Η αγάπη σε αυτή την περίπτωση είναι καθαρά ένα αίσθημα ιδιοκτησίας.
Οι περισσότεροι άνθρωποι ονειρεύονται μια ρομαντική αγάπη όμορφη όσο στις χολιγουντιανές ταινίες, στις οποίες δυο άνθρωποι συναντιούνται, νιώθουν τη σπίθα να φουντώνει και την επόμενη στιγμή είναι τρελοί από αγάπη και απόλυτα ευτυχισμένοι. Δυστυχώς, η πείρα δείχνει ότι μια σχέση ή ένας γάμος σπανίως έχουν μεγάλη διάρκεια. Μια παθιασμένη σχέση μοιάζει με σπίτι χτισμένο πάνω στον πάγο. Μόλις ο πάγος λιώσει, το κτίριο καταρρέει. Μια τέτοια αγάπη πολύ εύκολα καταλήγει σε κορεσμό και ανία, ακόμα και σε μίσος, στη χειρότερη περίπτωση. Αυτό συμβαίνει, δυστυχώς, πολύ συχνά μεταξύ ανθρώπων που κάποτε αγαπήθηκαν. Ούτε και αυτή, λοιπόν, είναι η σωστή, η αληθινή αγάπη.
Κάποτε με ρώτησε ένα ερωτευμένο ζευγάρι: «Μπορούμε να περιμένουμε από το σύντροφό μας να ανταποδώσει την αγάπη μας;». Η απάντησή μου ήταν «Όχι». Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε φτηνή συναλλαγή: Αν μ’ αγαπάς, θα σ’ αγαπώ. Αυτή είναι λάθος αντιμετώπιση. Εγώ βλέπω αλλιώς την αγάπη. Η αληθινή αγάπη είναι αποδεσμευμένη από τη ζήλια, δε θέτει όρους, δεν έχει προκαταλήψεις. Πρόκειται για το είδος της αγάπης που ο Χριστός ονόμασε «αγάπη για τον πλησίον».
Μέσα σε κάθε άνθρωπο κοιμάται ο σπόρος της αγάπης. Αυτό το σπόρο που έχουμε στην καρδιά μπορούμε να τον βοηθήσουμε να μεγαλώσει και αργότερα να ανθίσει σαν λουλούδι. Εμείς οι μοναχοί προσπαθούμε να το πετύχουμε με το να ασκούμαστε σε θετικές πράξεις και να ενισχύουμε θετικές ιδιότητες. Τέτοιες είναι η ανεκτικότητα και ο σεβασμός απέναντι σε ό,τι μας περιβάλλει και, φυσικά, η αποφυγή κακών πράξεων όπως ο φόνος, η κλοπή, το ψέμα. Δε χρειάζεται να είσαι άγιος για να έχεις φιλικές και εγκάρδιες σχέσεις με τους ανθρώπους. Η αγάπη για την οποία σου μιλάω αγκαλιάζει όλα τα ζωντανά πλάσματα του πλανήτη μας. Γι’ αυτό σε ρωτάω: Υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στην αγάπη για τη μητέρα και στην αγάπη για ένα μυρμήγκι; Όχι!
Ακόμα κι αν σου φαίνεται απίστευτο, μπορούμε να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Είναι, μάλιστα, πολύ σημαντικό να μάθουμε να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Κανονικά, βλέπεις ως αντίπαλο κάποιον που σε εκνευρίζει και σου δημιουργεί δυσκολίες. Αυτό είναι λάθος αντιμετώπιση. Το άτομο που θεωρείς αντίπαλο δεν παύει να είναι ένα ανθρώπινο πλάσμα. Αν αγαπάμε όλη την ανθρωπότητα, πώς είναι δυνατόν να αποκλείουμε τους εχθρούς μας; Πρέπει να δώσουμε το χέρι και σε αυτούς. Παραδέχομαι πως είναι δύσκολο να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Όμως μπορώ να σου δώσω ένα παράδειγμα: Όταν ήμουν δεκαπέντε ετών ο κινεζικός στρατός εισέβαλε στη Λάσα, την πρωτεύουσα του Θιβέτ. Ως πνευματικός και κοσμικός ηγέτης του λαού μου, προσπάθησα να βρω μια ειρηνική λύση στο πρόβλημα. Δυστυχώς, μάταια. Το 1959 τα κομουνιστικά στρατεύματα του Μάο σκότωσαν χιλιάδες συμπατριώτες μου και κατέλαβαν τη χώρα.
Εγώ πέρασα τα Ιμαλάια και κατέφυγα στη γειτονική Ινδία, όπου ζω εξόριστος από τότε. Οι Θιβετιανοί, λοιπόν, έχουν κάθε λόγο να μισούν τους Κινέζους για το απερίγραπτο κακό που προξένησαν στο λαό μου. Όταν όμως ξυπνάνε τέτοια συναισθήματα, καλό είναι να αυτοσυγκεντρωνόμαστε και να προσπαθούμε να συναισθανθούμε και τους Κινέζους, να μπούμε στη θέση τους. Ο εχθρός παραμένει άνθρωπος, ό,τι κι αν έχει κάνει. Ως άτομο, ως ανθρώπινο πλάσμα, συνεχίζει να αξίζει το σεβασμό και την αγάπη μας. Όμως τις κακόβουλες πράξεις του τις καταδικάζουμε, βέβαια. Κι αν χρειαστεί, πρέπει να προστατευτούμε από αυτές.
Πώς μπορούμε να μάθουμε να αγαπάμε; Αυτή είναι μια ερώτηση που ασφαλώς θα θέλεις να μου κάνεις. Δεν υπάρχει συνταγή, ούτε κάποιος συγκεκριμένος τρόπος. Για μένα η αγάπη είναι περίπου σαν τη μαγειρική τέχνη: Κάθε φαγητό μαγειρεύεται αλλιώς και απαιτεί μεγάλη δεξιοτε- χνία. Στο ένα φαγητό πρέπει να βράσεις πρώτα τα λαχανικά, έπειτα να τα τηγανίσεις και να βάλεις τα μπαχαρικά στο τέλος. Σε άλλο, πάλι, αρχίζεις ανάποδα, ρίχνοντας μια γερή δόση αλάτι. Για να πετύχει το φαγητό πρέπει να λαμβάνεις πάντα υπόψη σου πολλούς παράγοντες. Το ίδιο ισχύει και στις σχέσεις σου με τους ανθρώπους.
ΓΓ αυτό δεν αρκούμαι στο να πω: «Κοιτάξτε όλοι σι ο εξής να αγαπάτε και να κατανοείτε ο ένας τον άλλο περισσότερο». Η πιο αποτελεσματική μέθοδος είναι να συναισθανόμαστε τον άλλο, να προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς σκέφτεται και πώς νιώθει, τι τον κάνει να υποφέρει. Γι’ αυτό εμείς οι μοναχοί προσπαθούμε καθημερινά να αναπτύξουμε και να δυναμώσουμε την ενσυναίσθηση με διάφορες ασκήσεις. Φανταζόμαστε κάποια κατάσταση στην οποία ένα πλάσμα με αισθήματα νιώθει πόνο, όπως, για παράδειγμα, ένα πρόβατο που πάει για σφαγή.
Προσπαθούμε να σκεφτοΰμε πόσο υποφέρει αυτό το πρόβατο, φέρνοντας στο μυαλό μας το φόβο του θανάτου, τους πόνους, το αίμα. Ή φανταζόμαστε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο να υποφέρει και αναρωτιόμαστε πώς θα αντιδροΰσαμε εμείς στη θέση του. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα τα συναισθήματα και τις εμπειρίες των ανθρώπων, αναπτύσσουμε την ενσυναίσθηση και μαθαίνουμε να συμμεριζόμαστε τον πόνο των άλλων και να μην παραμένουμε απαθείς.
Η ικανότητα να μπαίνουμε στη θέση του άλλου και να σκεφτόμαστε τι θα κάναμε εμείς είναι πού χρήσιμη, αν θέλεις να μάθεις να αγαπάς κάποιον. Αλλά αυτή η μέθοδος απαιτεί πολύ θάρρος. Χρειάζεται θάρρος για να φανταστείς πώς θα ήταν αν βρισκόσουν στη θέση του άλλου. Αυτό βοηθάει συνήθως να αμβλυνθεί η οξύτητα μιας διαμάχης, επειδή σε κάνει να κατανοείς καλύτερα τα συναισθήματα των άλλων και σε μαθαίνει να τα σέβεσαι. Είναι απαραίτητο να κατοικεί η αγάπη στις καρδιές μας, αν θέλουμε πραγματικά να μην υποφέρουν οι άλλοι και να μην υπάρχουν πια επιθετικότητα και μίσος. Στη γλώσσα μου η ενσυναίσθηση λέγεται «τσε-βα». Η λέξη αυτή μπορεί να μεταφραστεί και ως «σεβασμός και υπευθυνότητα». Μια άλλη σημασία της στη γλώσσα μου είναι «η επιθυμία του δικού μας καλού». Ο ευκολότερος δρόμος είναι ο εξής: Καταρχήν, πρέπει να θέλεις ο ίδιος να είσαι καλός και ελεύθερος από έγνοιες. Έπειτα αφήνεις αυτό το συναίσθημα να μεγαλώσει μέσα σου, κι όταν μεγαλώσει αρκετά, το αφήνεις να απλωθεί σιγά σιγά και να μεταδοθεί τελικά και σε άλλους ανθρώπους.
Όπως βλέπεις, αυτή η μορφή αγάπης είναι ανεξάρτητη από το αν συμπαθείς το ένα ή το άλλο πρόσωπο. Όλα τα ζωντανά πλάσματα έχουν έμφυτη την επιθυμία να ευτυχήσουν, και, όπως εσύ και εγώ, έχουν το δικαίωμα να εκπληρώσουν την επιθυμία τους. Γι’ αυτό όποτε συναντάω ανθρώπους τους πλησιάζω με αυτό το συναίσθημα. Επειδή ξέρω ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που μας συνδέουν. Όλοι μας έχουμε σώμα, πνεύμα και συναισθήματα. Όλους μάς έφερε στον κόσμο μια μάνα. Όλοι πρέπει μια μέρα να εγκαταλείψουμε αυτό τον κόσμο. Και όλοι μας επιθυμούμε την ευτυχία και όχι τη δυστυχία στη ζωή. Κι ας έχουμε διαφορετικό χρώμα δέρματος, ας ασπαζόμαστε άλλη θρησκεία, ας φοράμε άλλο νούμερο παπουτσιού. Βλέποντας τον κάθε άνθρωπο από αυτή τη σκοπιά, νιώθω ότι όλοι όσους συναντάω είναι ακριβώς όπως εγώ.
Επιμέλεια: Γιου-χούι Τσεν και Μίχαελ Κορνέλιους, έπειτα από συνέντευξη με τον Δαλάι Λάμα στις 28/7/2000 στην Νταραμ- σάλα. Ο δέκατος τέταρτος Δαλάι Λάμα («Ωκεανός Σοφίας») γεννήθηκε στις 6/7/1935 και το 1989 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ειρήνης για την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Θιβέτ. Είναι ο πνευματικός και κοσμικός ηγέτης των Θιβετιανών και θεωρείται μετενσάρκωση του Συμπάσχοντα Βούδα. Από το 1959 ζει εξόριστος στην Ινδία.
Δαλάι Λάμα
Τι ΖΗΤΑΜΕ ΣΤΗ ΖΩΗ; Ο Βούδας, ένας μοναχός που έζησε πριν από δυο χιλιάδες περίπου χρόνια, έδωσε μια απλή απάντηση: Όλοι ζητάμε την ευτυχία. Αλλά πώς γίνεται κάποιος ευτυχισμένος; Πολλοί πίστεψαν ότι το είχαν καταφέρει όταν έγιναν πλούσιοι, διάσημοι ή απέκτησαν μεγάλη εξουσία. Όμως οι περισσότεροι διαπίστωσαν σύντομα ότι η ζωή τους, παρά τα πλούτη και την πολυτέλεια, ήταν κενή και ανούσια όπως πριν. Η συνταγή του Βούδα για να ευτυχήσεις είναι εκπληκτικά απλή: Προσπάθησε να γίνεις καλός άνθρωπος. Κι επειδή αυτό είναι εύκολο να το λες και δύσκολο να το κάνεις, μας έμαθε, σαν καλός προπονητής, μερικά κόλπα.
Όλα ξεκινάνε από το κεφάλι μας. Πρέπει να αλλάξουμε τη στάση και τον τρόπο σκέψης μας. Να κάνουμε το καλό και να αποφεύγουμε το κακό. Δε γεννηθήκαμε για να βλάπτουμε τους άλλους. Αν αντιμετωπίζουμε κάθε άνθρωπο με φιλικό και εγκάρδιο τρόπο, η ζωή μας αποκτάει νόημα. Αυτή είναι η βάση της φιλοσοφίας μου. Το κλειδί για όλα είναι η αγάπη. Αλλά τι είναι αυτό; Τι είναι η αγάπη; Κάθε μέρα ακούμε χιλιάδες φορές τη λέξη «αγάπη». To πρωί στο ραδιόφωνο ακούς κάποιον να τραγουδάει με παθιασμένη φωνή «Σ’ αγαπώ», το μεσημέρι ίσως τη λες καρδιοχτυπώντας σε κάποιο αγόρι ή κορίτσι που έχεις ερωτευτεί, ενώ το βράδυ η μαμά σου την ψιθυρίζει στο αφτί σου πριν σε καληνυχτίσει με ένα φιλί. Ασφαλώς θα έχεις ακούσει και τον πατέρα σου να λέει πως αγαπάει το αυτοκίνητό του ή τη συλλογή με τις βιντεοταινίες του.
Όμως εννοούν όλοι την ίδια αγάπη; Δε νομίζω. Πολλοί άνθρωποι μπερδεύουν την αγάπη με την ευχαρίστηση ή με ένα προσωρινό αίσθημα έλξης για κάποιο άτομο ή για κάποιο πράγμα. Αυτού του είδους η αγάπη είναι ασταθής και μεταβλητή όπως ο καιρός. Αγαπάς κάποιον επειδή έχει ωραία μάτια, επειδή λέει έξυπνες κουβέντες ή για χίλιους άλλους λόγους που γεννάει η φαντασία σου. Μόλις ο ήλιος πάψει να λάμπει, διαπιστώνεις ότι αυτή η αγάπη υπήρχε μόνο στη φαντασία σου. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αντικείμενα, όπως τα ρούχα ή τα παιχνίδια.
Για παράδειγμα, μπαίνεις σε ένα κατάστημα και βλέπεις ξαφνικά κάτι που σου αρέσει. Λες: «Το θέλω». Εκείνη τη στιγμή αναπτύσσεται μια έλξη που κάνει το συνηθισμένο αντικείμενο κάτι ξεχωριστό. Αγοράζεις το αντικείμενο και διαπιστώνεις ότι τώρα που το απέκτησες είναι ακόμα ωραιότερο. Βέβαια, εξακολουθεί να είναι το ίδιο πράγμα, και υπάρχουν πολλά σαν κι αυτό στο κατάστημα, αλλά τώρα που το έχεις στην τσάντα σου αρχίζεις να το αγαπάς επειδή είναι δικό σου. Η αγάπη σε αυτή την περίπτωση είναι καθαρά ένα αίσθημα ιδιοκτησίας.
Οι περισσότεροι άνθρωποι ονειρεύονται μια ρομαντική αγάπη όμορφη όσο στις χολιγουντιανές ταινίες, στις οποίες δυο άνθρωποι συναντιούνται, νιώθουν τη σπίθα να φουντώνει και την επόμενη στιγμή είναι τρελοί από αγάπη και απόλυτα ευτυχισμένοι. Δυστυχώς, η πείρα δείχνει ότι μια σχέση ή ένας γάμος σπανίως έχουν μεγάλη διάρκεια. Μια παθιασμένη σχέση μοιάζει με σπίτι χτισμένο πάνω στον πάγο. Μόλις ο πάγος λιώσει, το κτίριο καταρρέει. Μια τέτοια αγάπη πολύ εύκολα καταλήγει σε κορεσμό και ανία, ακόμα και σε μίσος, στη χειρότερη περίπτωση. Αυτό συμβαίνει, δυστυχώς, πολύ συχνά μεταξύ ανθρώπων που κάποτε αγαπήθηκαν. Ούτε και αυτή, λοιπόν, είναι η σωστή, η αληθινή αγάπη.
Κάποτε με ρώτησε ένα ερωτευμένο ζευγάρι: «Μπορούμε να περιμένουμε από το σύντροφό μας να ανταποδώσει την αγάπη μας;». Η απάντησή μου ήταν «Όχι». Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε φτηνή συναλλαγή: Αν μ’ αγαπάς, θα σ’ αγαπώ. Αυτή είναι λάθος αντιμετώπιση. Εγώ βλέπω αλλιώς την αγάπη. Η αληθινή αγάπη είναι αποδεσμευμένη από τη ζήλια, δε θέτει όρους, δεν έχει προκαταλήψεις. Πρόκειται για το είδος της αγάπης που ο Χριστός ονόμασε «αγάπη για τον πλησίον».
Μέσα σε κάθε άνθρωπο κοιμάται ο σπόρος της αγάπης. Αυτό το σπόρο που έχουμε στην καρδιά μπορούμε να τον βοηθήσουμε να μεγαλώσει και αργότερα να ανθίσει σαν λουλούδι. Εμείς οι μοναχοί προσπαθούμε να το πετύχουμε με το να ασκούμαστε σε θετικές πράξεις και να ενισχύουμε θετικές ιδιότητες. Τέτοιες είναι η ανεκτικότητα και ο σεβασμός απέναντι σε ό,τι μας περιβάλλει και, φυσικά, η αποφυγή κακών πράξεων όπως ο φόνος, η κλοπή, το ψέμα. Δε χρειάζεται να είσαι άγιος για να έχεις φιλικές και εγκάρδιες σχέσεις με τους ανθρώπους. Η αγάπη για την οποία σου μιλάω αγκαλιάζει όλα τα ζωντανά πλάσματα του πλανήτη μας. Γι’ αυτό σε ρωτάω: Υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στην αγάπη για τη μητέρα και στην αγάπη για ένα μυρμήγκι; Όχι!
Ακόμα κι αν σου φαίνεται απίστευτο, μπορούμε να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Είναι, μάλιστα, πολύ σημαντικό να μάθουμε να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Κανονικά, βλέπεις ως αντίπαλο κάποιον που σε εκνευρίζει και σου δημιουργεί δυσκολίες. Αυτό είναι λάθος αντιμετώπιση. Το άτομο που θεωρείς αντίπαλο δεν παύει να είναι ένα ανθρώπινο πλάσμα. Αν αγαπάμε όλη την ανθρωπότητα, πώς είναι δυνατόν να αποκλείουμε τους εχθρούς μας; Πρέπει να δώσουμε το χέρι και σε αυτούς. Παραδέχομαι πως είναι δύσκολο να αγαπάμε τους εχθρούς μας. Όμως μπορώ να σου δώσω ένα παράδειγμα: Όταν ήμουν δεκαπέντε ετών ο κινεζικός στρατός εισέβαλε στη Λάσα, την πρωτεύουσα του Θιβέτ. Ως πνευματικός και κοσμικός ηγέτης του λαού μου, προσπάθησα να βρω μια ειρηνική λύση στο πρόβλημα. Δυστυχώς, μάταια. Το 1959 τα κομουνιστικά στρατεύματα του Μάο σκότωσαν χιλιάδες συμπατριώτες μου και κατέλαβαν τη χώρα.
Εγώ πέρασα τα Ιμαλάια και κατέφυγα στη γειτονική Ινδία, όπου ζω εξόριστος από τότε. Οι Θιβετιανοί, λοιπόν, έχουν κάθε λόγο να μισούν τους Κινέζους για το απερίγραπτο κακό που προξένησαν στο λαό μου. Όταν όμως ξυπνάνε τέτοια συναισθήματα, καλό είναι να αυτοσυγκεντρωνόμαστε και να προσπαθούμε να συναισθανθούμε και τους Κινέζους, να μπούμε στη θέση τους. Ο εχθρός παραμένει άνθρωπος, ό,τι κι αν έχει κάνει. Ως άτομο, ως ανθρώπινο πλάσμα, συνεχίζει να αξίζει το σεβασμό και την αγάπη μας. Όμως τις κακόβουλες πράξεις του τις καταδικάζουμε, βέβαια. Κι αν χρειαστεί, πρέπει να προστατευτούμε από αυτές.
Πώς μπορούμε να μάθουμε να αγαπάμε; Αυτή είναι μια ερώτηση που ασφαλώς θα θέλεις να μου κάνεις. Δεν υπάρχει συνταγή, ούτε κάποιος συγκεκριμένος τρόπος. Για μένα η αγάπη είναι περίπου σαν τη μαγειρική τέχνη: Κάθε φαγητό μαγειρεύεται αλλιώς και απαιτεί μεγάλη δεξιοτε- χνία. Στο ένα φαγητό πρέπει να βράσεις πρώτα τα λαχανικά, έπειτα να τα τηγανίσεις και να βάλεις τα μπαχαρικά στο τέλος. Σε άλλο, πάλι, αρχίζεις ανάποδα, ρίχνοντας μια γερή δόση αλάτι. Για να πετύχει το φαγητό πρέπει να λαμβάνεις πάντα υπόψη σου πολλούς παράγοντες. Το ίδιο ισχύει και στις σχέσεις σου με τους ανθρώπους.
ΓΓ αυτό δεν αρκούμαι στο να πω: «Κοιτάξτε όλοι σι ο εξής να αγαπάτε και να κατανοείτε ο ένας τον άλλο περισσότερο». Η πιο αποτελεσματική μέθοδος είναι να συναισθανόμαστε τον άλλο, να προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς σκέφτεται και πώς νιώθει, τι τον κάνει να υποφέρει. Γι’ αυτό εμείς οι μοναχοί προσπαθούμε καθημερινά να αναπτύξουμε και να δυναμώσουμε την ενσυναίσθηση με διάφορες ασκήσεις. Φανταζόμαστε κάποια κατάσταση στην οποία ένα πλάσμα με αισθήματα νιώθει πόνο, όπως, για παράδειγμα, ένα πρόβατο που πάει για σφαγή.
Προσπαθούμε να σκεφτοΰμε πόσο υποφέρει αυτό το πρόβατο, φέρνοντας στο μυαλό μας το φόβο του θανάτου, τους πόνους, το αίμα. Ή φανταζόμαστε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο να υποφέρει και αναρωτιόμαστε πώς θα αντιδροΰσαμε εμείς στη θέση του. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα τα συναισθήματα και τις εμπειρίες των ανθρώπων, αναπτύσσουμε την ενσυναίσθηση και μαθαίνουμε να συμμεριζόμαστε τον πόνο των άλλων και να μην παραμένουμε απαθείς.
Η ικανότητα να μπαίνουμε στη θέση του άλλου και να σκεφτόμαστε τι θα κάναμε εμείς είναι πού χρήσιμη, αν θέλεις να μάθεις να αγαπάς κάποιον. Αλλά αυτή η μέθοδος απαιτεί πολύ θάρρος. Χρειάζεται θάρρος για να φανταστείς πώς θα ήταν αν βρισκόσουν στη θέση του άλλου. Αυτό βοηθάει συνήθως να αμβλυνθεί η οξύτητα μιας διαμάχης, επειδή σε κάνει να κατανοείς καλύτερα τα συναισθήματα των άλλων και σε μαθαίνει να τα σέβεσαι. Είναι απαραίτητο να κατοικεί η αγάπη στις καρδιές μας, αν θέλουμε πραγματικά να μην υποφέρουν οι άλλοι και να μην υπάρχουν πια επιθετικότητα και μίσος. Στη γλώσσα μου η ενσυναίσθηση λέγεται «τσε-βα». Η λέξη αυτή μπορεί να μεταφραστεί και ως «σεβασμός και υπευθυνότητα». Μια άλλη σημασία της στη γλώσσα μου είναι «η επιθυμία του δικού μας καλού». Ο ευκολότερος δρόμος είναι ο εξής: Καταρχήν, πρέπει να θέλεις ο ίδιος να είσαι καλός και ελεύθερος από έγνοιες. Έπειτα αφήνεις αυτό το συναίσθημα να μεγαλώσει μέσα σου, κι όταν μεγαλώσει αρκετά, το αφήνεις να απλωθεί σιγά σιγά και να μεταδοθεί τελικά και σε άλλους ανθρώπους.
Όπως βλέπεις, αυτή η μορφή αγάπης είναι ανεξάρτητη από το αν συμπαθείς το ένα ή το άλλο πρόσωπο. Όλα τα ζωντανά πλάσματα έχουν έμφυτη την επιθυμία να ευτυχήσουν, και, όπως εσύ και εγώ, έχουν το δικαίωμα να εκπληρώσουν την επιθυμία τους. Γι’ αυτό όποτε συναντάω ανθρώπους τους πλησιάζω με αυτό το συναίσθημα. Επειδή ξέρω ότι υπάρχουν πολλά πράγματα που μας συνδέουν. Όλοι μας έχουμε σώμα, πνεύμα και συναισθήματα. Όλους μάς έφερε στον κόσμο μια μάνα. Όλοι πρέπει μια μέρα να εγκαταλείψουμε αυτό τον κόσμο. Και όλοι μας επιθυμούμε την ευτυχία και όχι τη δυστυχία στη ζωή. Κι ας έχουμε διαφορετικό χρώμα δέρματος, ας ασπαζόμαστε άλλη θρησκεία, ας φοράμε άλλο νούμερο παπουτσιού. Βλέποντας τον κάθε άνθρωπο από αυτή τη σκοπιά, νιώθω ότι όλοι όσους συναντάω είναι ακριβώς όπως εγώ.
Επιμέλεια: Γιου-χούι Τσεν και Μίχαελ Κορνέλιους, έπειτα από συνέντευξη με τον Δαλάι Λάμα στις 28/7/2000 στην Νταραμ- σάλα. Ο δέκατος τέταρτος Δαλάι Λάμα («Ωκεανός Σοφίας») γεννήθηκε στις 6/7/1935 και το 1989 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Ειρήνης για την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Θιβέτ. Είναι ο πνευματικός και κοσμικός ηγέτης των Θιβετιανών και θεωρείται μετενσάρκωση του Συμπάσχοντα Βούδα. Από το 1959 ζει εξόριστος στην Ινδία.