Την καρδιά του άνοιξε ο γνωστός Έλληνας ηθοποιός σε πρόσφατη συνέντευξή του και εξομολογήθηκε τα εφιαλτικά χρόνια που έζησε ως παιδί δίπλα στον πατέρα και τη μητριά του.
«Δεν είχα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Τον χωρισμό των γονιών μου, όταν ήμουν μόλις 2 ετών, δεν τον κατάλαβα, αλλά τα γεγονότα που ακολούθησαν με σημάδεψαν. Δεν έπαιξα, δεν ήμουν ξένοιαστος, δεν υπήρξα παιδί. Έζησα εφιαλτικά χρόνια κοντά στη γυναίκα του πατέρα μου, όταν με πήρε εκείνη στα 9,5 χρόνια μου. Έπρεπε να πηγαίνω σε όλη τη γειτονιά για τα πρωινά ψώνια και μετά με έπαιρνε το σχολικό. Κι αφού δεν με άφηναν να έχω επαφή με τη μητέρα μου, εκείνη είχε κανονίσει με το φούρναρη να πηγαίνω νωρίς το πρωί και να της τηλεφωνώ πίσω από τον πάγκο χωρίς να με δει κανείς για να την ακούσω. Έπρεπε να είμαι καλός με τη μητριά μου για να μου δίνει 10 λεπτά για να πηγαίνω απέναντι στη γιαγιά μου. Άγχος, αγωνία, ψέματα, φόβος και τρόμος» αποκάλυψε στο Λοιπόν ο Δημήτρης Γιώτης.
Όλο αυτόν τον καιρό η σχέση σου με τον πατέρα σου πώς ήταν;
«Ο πατέρας μου, άκουγε πάντα την Αλέκα, τη γυναίκα του. Δεν με αγκάλιασε ποτέ, δεν έπαιξε ποτέ μαζί μου, δεν μου είπε μια καλή κουβέντα.... τίποτα! Ένιωθα ότι είμαι βάρος και απορούσα γιατί δεν με αφήνανε να γυρίσω στη μάνα μου. Αφού δεν με αγαπούσαν... Και ξέρεις, βαριέμαι την άποψη των άλλων "Σε αγάπαγε με το δικό του τρόπο". Αυτόν τον τρόπο ψάχνω ακόμα! Ντροπή και φόβο με έκανε να νιώθω, τίποτα άλλο»
Σε ποια ηλικία και πώς κατάφερες να ξεφύγεις από το φόβο;
«Αρκετά μεγάλος. Πάντα είχα το φόβο της απόρριψης, αφού αυτό είχα γνωρίσει στα παιδικά μου χρόνια. Φόβο και μόνο φόβο. Είχα μια θλίψη στα μάτια... έκανα σεμινάρια αυτοεξέλιξης και αναγνώρισης του ανώτερου εαυτού μου για να καταλάβω ότι όπου υπάρχει φόβος, δεν υπάρχει εξέλιξη»
Σήμερα ποια είναι η σχέση σου με τον πατέρα σου και τη μητριά σου; Τους έχεις συγχωρήσει;
«Ο πατέρας μου δεν έχει έρθει να με δει ποτέ στο θέατρο! Επίσης, τον εγγονό του δεν τον έχει δει ποτέ. Δεν το ήξερε, αλλά ακόμα και όταν το έμαθε, ζήτησε να τον δει μαζί με τη γυναίκα του. Πέρασε ένας χρόνος για να συμφωνήσει τη συνάντηση χωρίς εκείνη και από το Δεκέμβριο του 2014 περιμένουμε ακόμα. Έχω κάνει αμέτρητες προσπάθειες συγχώρεσης. Είμαι σε καλό δρόμο... Κάποτε είχα πολύ θυμό, παράπονο... Τώρα μεγαλώνω και ηρεμώ στη σκέψη ότι αυτή είναι η ζωή μου, συμφιλιώνομαι και αλλάζω στάση για εκείνον. Εκείνη είναι στην απ' έξω, δεν είμαι τόσο υπεράνω, μου είναι αδιάφορη, για να μην έχω κακές σκέψεις για εκείνη»
Είναι τρομερό για ένα παιδί να ζει με το φόβο...
«Έζησα εφιαλτικές στιγμές κοντά στη μητριά μου: χειροδικίες, φωνές, βρισίδια. Αποκορύφωμα; Να με σπρώξει σε ένα μακρύ διάδρομο και να μου εκσφενδονίσει το βιβλίο της Γεωγραφίας. Με πέτυχε και μου άνοιξε το αφτί, αίματα τρέχανε... Άνοιξα την πόρτα κι έφυγα. Μέχρι μήνυση για αρπαγή ανηλίκου έχει η μάνα μου. Τρεις μέρες κρυβόμασταν εδώ κι εκεί»
Τελικά, σε ποια ηλικία κατάφερες να ξεφύγεις οριστικά;
«Μετά τη μήνυση, ορίστηκε δικάσιμος και σε ενάμιση μήνα τη δίκη την κέρδισε η μάνα μου. Νύχτα με έδιωξαν από το σπίτι, σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών έβαλαν τα ρούχα μου. Ο πατέρας μου είχε φέρει μάρτυρα υπεράσπισης έναν ενοικιαστή του, που ήταν και ο δάσκαλός μου στο σπίτι. Αυτός ο άνθρωπος, ο θεός να τον έχει καλά, που είπε τα γεγονότα, ήταν ο σωτήρας μου».
«Δεν είχα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Τον χωρισμό των γονιών μου, όταν ήμουν μόλις 2 ετών, δεν τον κατάλαβα, αλλά τα γεγονότα που ακολούθησαν με σημάδεψαν. Δεν έπαιξα, δεν ήμουν ξένοιαστος, δεν υπήρξα παιδί. Έζησα εφιαλτικά χρόνια κοντά στη γυναίκα του πατέρα μου, όταν με πήρε εκείνη στα 9,5 χρόνια μου. Έπρεπε να πηγαίνω σε όλη τη γειτονιά για τα πρωινά ψώνια και μετά με έπαιρνε το σχολικό. Κι αφού δεν με άφηναν να έχω επαφή με τη μητέρα μου, εκείνη είχε κανονίσει με το φούρναρη να πηγαίνω νωρίς το πρωί και να της τηλεφωνώ πίσω από τον πάγκο χωρίς να με δει κανείς για να την ακούσω. Έπρεπε να είμαι καλός με τη μητριά μου για να μου δίνει 10 λεπτά για να πηγαίνω απέναντι στη γιαγιά μου. Άγχος, αγωνία, ψέματα, φόβος και τρόμος» αποκάλυψε στο Λοιπόν ο Δημήτρης Γιώτης.
Όλο αυτόν τον καιρό η σχέση σου με τον πατέρα σου πώς ήταν;
«Ο πατέρας μου, άκουγε πάντα την Αλέκα, τη γυναίκα του. Δεν με αγκάλιασε ποτέ, δεν έπαιξε ποτέ μαζί μου, δεν μου είπε μια καλή κουβέντα.... τίποτα! Ένιωθα ότι είμαι βάρος και απορούσα γιατί δεν με αφήνανε να γυρίσω στη μάνα μου. Αφού δεν με αγαπούσαν... Και ξέρεις, βαριέμαι την άποψη των άλλων "Σε αγάπαγε με το δικό του τρόπο". Αυτόν τον τρόπο ψάχνω ακόμα! Ντροπή και φόβο με έκανε να νιώθω, τίποτα άλλο»
Σε ποια ηλικία και πώς κατάφερες να ξεφύγεις από το φόβο;
«Αρκετά μεγάλος. Πάντα είχα το φόβο της απόρριψης, αφού αυτό είχα γνωρίσει στα παιδικά μου χρόνια. Φόβο και μόνο φόβο. Είχα μια θλίψη στα μάτια... έκανα σεμινάρια αυτοεξέλιξης και αναγνώρισης του ανώτερου εαυτού μου για να καταλάβω ότι όπου υπάρχει φόβος, δεν υπάρχει εξέλιξη»
Σήμερα ποια είναι η σχέση σου με τον πατέρα σου και τη μητριά σου; Τους έχεις συγχωρήσει;
«Ο πατέρας μου δεν έχει έρθει να με δει ποτέ στο θέατρο! Επίσης, τον εγγονό του δεν τον έχει δει ποτέ. Δεν το ήξερε, αλλά ακόμα και όταν το έμαθε, ζήτησε να τον δει μαζί με τη γυναίκα του. Πέρασε ένας χρόνος για να συμφωνήσει τη συνάντηση χωρίς εκείνη και από το Δεκέμβριο του 2014 περιμένουμε ακόμα. Έχω κάνει αμέτρητες προσπάθειες συγχώρεσης. Είμαι σε καλό δρόμο... Κάποτε είχα πολύ θυμό, παράπονο... Τώρα μεγαλώνω και ηρεμώ στη σκέψη ότι αυτή είναι η ζωή μου, συμφιλιώνομαι και αλλάζω στάση για εκείνον. Εκείνη είναι στην απ' έξω, δεν είμαι τόσο υπεράνω, μου είναι αδιάφορη, για να μην έχω κακές σκέψεις για εκείνη»
Είναι τρομερό για ένα παιδί να ζει με το φόβο...
«Έζησα εφιαλτικές στιγμές κοντά στη μητριά μου: χειροδικίες, φωνές, βρισίδια. Αποκορύφωμα; Να με σπρώξει σε ένα μακρύ διάδρομο και να μου εκσφενδονίσει το βιβλίο της Γεωγραφίας. Με πέτυχε και μου άνοιξε το αφτί, αίματα τρέχανε... Άνοιξα την πόρτα κι έφυγα. Μέχρι μήνυση για αρπαγή ανηλίκου έχει η μάνα μου. Τρεις μέρες κρυβόμασταν εδώ κι εκεί»
Τελικά, σε ποια ηλικία κατάφερες να ξεφύγεις οριστικά;
«Μετά τη μήνυση, ορίστηκε δικάσιμος και σε ενάμιση μήνα τη δίκη την κέρδισε η μάνα μου. Νύχτα με έδιωξαν από το σπίτι, σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών έβαλαν τα ρούχα μου. Ο πατέρας μου είχε φέρει μάρτυρα υπεράσπισης έναν ενοικιαστή του, που ήταν και ο δάσκαλός μου στο σπίτι. Αυτός ο άνθρωπος, ο θεός να τον έχει καλά, που είπε τα γεγονότα, ήταν ο σωτήρας μου».